Το Μοναστήρι του ΚΟΜ

Το μοναστήρι Κομ, με την εκκλησία της Κοίμησης της Παναγίας Θεοτόκου, βρίσκεται στο βορειο-δυτικό μέρος της Λίμνης της Σκόδρας, κοντά στο μέρος που λέγεται Ζάμπλιακ Τσιρνογέβιτσα ( Žabljak Crnojevića) , στο πρανές του όρους Οτρίνσκα γκόρα ( Odrinska gora )..., που, την εποχή της φουσκονεριάς, μετατρέπεται σε νησί, ενώ, κατά τη διάρκεια του άνομβρου καλοκαιριού, οι επισκέπτες μπορούν να φτάσουν στο μοναστήρι χρησιμοποιώντας τα δρομάκια που διασχίζουν το βάλτο. Η Λίμνη της Σκόδρας αποτελεί τη μεγαλύτερη λίμνη στα Βαλκάνια. Έχει μήκος 44 χιλιομέτρων και πλάτος 14 χιλιομέτρων. Τα δύο τρίτα της συνολικής έκτασης της λίμνης, δηλ. των 391 τετραγωνικών χιλιομέτρων, ανήκουν στο Μαυροβούνιο, ενώ το ένα τρίτο ανήκει στην Αλβανία.
Πρόκειται για έναν από τους τελευταίους γλυκόνερους βάλτους, και για το μεγαλύτερο τόπο στην επικράτεια της Ευρώπης, όπου συχνάζουν τα σπάνια πουλιά, καθώς και για τον τελευταίο βιότοπο του πελεκάνου. Οι όχθες της λίμνης είναι ελώδεις, σκεπασμένες με ευρεία ζώνη κάλαμου, ενώ η επιφάνεια της λίμνης είναι σκεπασμένη με κηλίμι από ελόβια φυτά, ανάμεσα στα οποία κυριαρχεί το κίτρινο και το λευκό κάστανο. Ιδιαίτερα ενδιαφέρον είναι το ξεχωριστό φυτό που λέγεται ‘κασοράνια’ ( kasoranja ), που φυτρώνει μόνο σ’αυτή την περιοχή, ενώ τα ψάρια ‘ούκλιεβα’ ( ukljeva ), που μοιάζει με σαρδέλλα, και ‘κραπ’ ( krap ), ένα είδος πέστροφας, ζουν μόνο στα ύδατα αυτής της λίμνης. Το έτος 1983 όλη η περιοχή της Λίμνης της Σκόδρας κηρύχθηκε Εθνικός Δρυμός, πράγμα που μιλάει εύγλωττα για την εξαίρετη φυσική ομορφιά αυτής της περιοχής. Η Λίμνη της Σκόδρας είναι γεμάτη από ίχνη της ταραχώδους ιστορίας αυτού του τόπου, που αποτελούν μέρος της εξαιρετικά σπουδαίας κληρονομιάς. Στην καρδιά της επαρχίας Ζέτα, στο λεκκανοπέδιο της Λίμνης της Σκόδρας, βρίσκονται περίπου 15 συμπλέγματα μοναστηριών και διαφόρων εκκλησιών, που ανήκαν στους παλιούς άρχοντες της περιοχής Ζέτα, μέλη των οικογενειών Μπάλσιτς και Τσιρνόγεβιτς ( Balšić, Crnojević) . Οι όχθες, τα νησάκια, οι λοφίσκοι, οι κόλποι, οι ορμίσκοι, οι κοιλάδες, τα λιμάνια και οι λιμενίσκοι της περιοχής της Λίμνης της Σκόδρας ομοιάζουν πολύ με εκείνους που υπάρχουν στην Άθω, και για αυτό μπορούμε να πούμε ότι αυτή η περιοχή αποκαλείται, δικαιολογημένα, ανάλογα με την πνευματική και τη φυσική της ομορφιά, το Άγιον Όρος της Ζέτας. Τα μοναστήρια Στάρτσεβο, Μπέσκα, Μοράτσνικ, που βρίσκονται στα νησιά κατά μήκος της νότιας όχθης αυτής της Λίμνης, κατόπιν το μοναστήρι Όμποντ ( Obod) , που βρίσκεται στην τοποθεσία Ριέκα Τσιρνόγεβιτσα (Rijeka Crnojevića) , και τα μοναστήρια Βράνινα και Κομ, που βρίσκονται στο βορειο-δυτικό μέρος της Λίμνης, λάμπουν σαν τα ζωντανά μαργαριτάρια της Ορθοδοξίας. Λόγω του γεγονότος ότι είναι αρκετά απρόσιτο, καθώς και λόγω του ιδιόμορφου χαρακτήρα του, το μοναστήρι Κομ διαφέρει από τα άλλα μοναστήρια της τριγύρω περιοχής της Λίμνης της Σκόδρας. Κτισμένο σ’ένα όρος, περιτρυγιρισμένο από τείχη που τα προστατεύουν, με δύο πύλες και με πέτρινο πύργο-καμπαναρειό, το μοναστήρι βλέπει, διακριτικά και προσεκτικά, και προς τις τέσσερις πλευρές της Λίμνης. To σύμπλεγμα του μοναστηριού μπορεί να διαιρεθεί σε δύο τμήματα, δηλ. σε εκκλησία με εξωνάρθηκα, που είναι λίγο τραβηγμένη προς τα ανατολικά, και είναι κάπως χωρισμένη από το υπόλοιπο μέρος του μοναστηριού, ενώ, το άλλο τμήμα αποτελείται από μοναχικούς ξενώνες, που κτίστηκαν στη δυτική πλευρά του μοναστηριού, και από ξενώνες ή κοιτώνες για απλούς επισκέπτες, που βρίσκονται δίπλα στην «ελεύθερη» μεριά της κουζίνας. Επίσης, εδώ βρίσκεται και η κουζίνα, με μικρή τραπεζαρία, καθώς και μια μεγάλη τραπεζαρία, αρχονταρίκι, που κάποτε χρησιμοποιείται και σαν ξενώνας, ιδίως όταν κάνει πολύ κρύο (βρίσκεται πιο δυτικά απ’όλες τις οικοδομές που αναφέραμε). Ο μοναχικός ξενώνας, η κουζίνα και η τραπεζαρία συνδέονται σε ένα σύνολο με μεγάλο ξύλινο εξωνάρθηκα, που μοιάζει με εκείνον της εκκλησίας, και εγκλείουν μέσα τους, δηλ. από τρεις πλευρές και σε σχήμα του κυριλλικού γράμματος Π, έναν τετράγωνο χώρο, δηλ. την κεντρική πλατεία, στην οποία γίνονται πολλές καθημερινές δραστηριότητες. Η στεγασμένη αυτή πλατεία βλέπει, με την ελεύθερη πλευρά της, προς τα νοτιο-ανατολικά, προς ένα μέρος της αυλής του μοναστηριού, με την «ανατολική» πύλη της εισόδου στο μοναστήρι, καθώς και προς το πανέμορφο πανόραμα της Λίμνης της Σκόδρας. Πάνω στην ανατολική «κορυφή» της βόρειας πλευράς της κουζίνας στηρίζεται το πιο θαρραλέο μέρος του συμπλέγματος, δηλ. ο τετράγωνος πέτρινος πύργος – καμπαναρειό, που παρακολουθεί άγρυπνα και προειδοποιεί τον καθένα που έρχεται κοντά σ’αυτόν τον ιερό τόπο. Αν πάρει κανείς σαν αφετηρία την πρωτεύουσα του Μαυροβουνίου, την Πόντγκοριτσα ( Podgorica ), ο ίδιος μπορεί να φτάσει, πιο απλά, στο μοναστήρι Κομ χρησιμοποιώντας τον οδικό άξωνα που οδηγεί προς την παραθαλάσσια πόλη Πέτροβατς ( Petrovac) , περνώντας από το χωριό Γκολούμποβτσι ( Golubovci ), κι έπειτα από τη γέφυρα στον ποταμό Μόρατσα, διανύωντας το χωριό Πόναρε και ορισμένα άλλα χωριά, ακολουθώντας τον ίδιο αυτοκινητόδρομο για άλλα 20 περίπου χιλιόμετρα, μέχρι το μέρος που λέγεται Ζάμπλιακ. Το Ζάμπλιακ βρίσκεται τώρα σε ερείπια, όμως, αυτή η καποτινή πρωτεύουσα της οικογένειας των Τσιρνόγεβιτς, που ήταν πλούσιοι Σέρβοι άρχοντες και γαιοκτήμονες, από την οποία ο Ίβαν Τσιρνόγεβιτς μετέφερε, στα τέλη του 15 ου αιώνα, μπροστά στην τουρκική εισβολή, την πρωτεύουσα στην Καιτίγνη, αποτελεί το τελευταίο σημείο του χερσαίου μέρους του δρόμου που οδηγεί στο μοναστήρι. Από εκεί και πέρα ο επισκέπτης πρέπει να περάσει, την εποχή της μεσαίας στάθμης του νερού, αλλά 7 χιλιόμετρα πλωτής οδού, με βάρκα ή με πλοιάριο. Λόγω των διακυμάνσεων της στάθμης των υδάτων της λίμνης,, αυτή η πρόσβαση προς το μοναστήρι Κομ είναι, πολύ συχνά, εξαιρετικά δύσκολη, και αν έχει κανείς σκοπό να φτάσει, κάπως πιο απλά και με μικρότερο κόπο, στο μοναστήρι Κομ, πλέοντας στα ύδατα της Λίμνης, τότε είναι προτιμότερο να χρησιμοποιήσει την πρόσβαση που ξεκινάει από το χωριό Βράνινα ( Vranjina ), μικρό αλιευτικό οικισμό, που έλαβε όνομα από το ομόνυμο νησί. Από την Πόντγκοριτσα μέχρι το χωριό Βράνινα μπορεί να φτάσει κανείς ακολουθώντας, και πάλι, τον αυτοκινητόδρομο που πάει προς την παραθαλάσσια πόλη Πέτροβατς, απ’όπου ο επισκέπτης συνεχίζει το δρόμο του με βάρκα για άλλα δέκα περίπου χιλιόμετρα, κατευθυνόμενος προς την κώμη Ριέκα Τσιρνογέβιτσα, περνώντας από γραφικά τοπία της Λίμνης, για να φτάσει, εν τέλει, στο θεοφύλακτο μοναστήρι Κομ. Το μοναστήρι Κομ, που είναι δωρεά της οικογένειας Τσιρνόγεβιτς, κατέχει εξέχουσα θέση ανάμεσα σε σειρά μεσαιωνικών μοναστηριών που βρίσκονται στην περιοχή της Λίμνης της Σκόδρας. Κτισμένο στις βουνοπλαγιές του όρους Οντρίνσκα γκόρα, μακριά από τα περίεργα βλέμματα, το μοναστήρι Κομ διαφέρει απόλυτα από τα μοναστήρια της οικογένειας Μπάλσιτς, που είναι σπαρμένα στους λόφους γύρω από τη Λίμνη. Το μοναστήρι Κομ αποτελεί δωρεά του Τζούρατζ και του Λιες Τσιρνόγεβιτς. Η εκκλησία του μοναστηριού Κομ είναι αφιερωμένη στην Κοίμηση της Παναγίας Θεοτόκου. Δεν υπάρχουν ιστορικές πηγές για την ανέγερση της εκκλησίας, όμως, υποτίθεται ότι η ίδια κτίστηκε μεταξύ του έτους 1415 και του έτους 1427. Για ένα σύντομο χρονικό διάστημα στο μοναστήρι Κομ ήταν η έδρα της Μητρόπολης της επαρχίας Ζέτα. Συγκεκριμένα, η ίδια Μητρόπολη ήταν αναγκασμένη να εγκαταλείψει την παλιά έδρα της στο μοναστήρι του Αγίου Αρχαγγέλου Μιχαήλ, στην Πρέβλακα, και να καταλήξει τελικά στο μοναστήρι Κομ, περνώντας από το μοναστήρι της Αγνής Κράϊνσκα, και το μοναστήρι του Αγίου Νικολάου, στη Βράνινα. Το ίδιο το μοναστήρι Κομ μιλάει εύγλωττα για την όλο και πιο δύσκολη κατάσταση που επικρατούσε στο Μαυροβούνιο την εποχή της αρχοντικής οικογένειας Τσιρνόγεβιτς. Οι Τούρκοι πλησίαζαν σιγά-σιγά, οι επίπονες προσπάθειες διατήρησης της ισορροπίας ανάμεσα στην Οθωμανική Αυτοκρατορία και τη Βενετία, καθώς και ο αγώνας για την αυτοδιάθεση, ανάγκασαν τα μέλη της οικογένειας Τσιρνόγεβιτς να περικαλύψουν τα μοναστήρια τους με διακριτικότητα, και να τα κάνουν απρόσιτα. Όλο το σύμπλεγμα του μοναστηριού προσέλαβε, πολύ νωρίς, την όψη ενός φρουρίου. Ο ξενώνας κτίστηκε στη δυτική μεριά του νησιού, ήταν τοποθετημένος πάνω σ’ένα βράχο, πράγμα που αποτέλεσε καλή από στρατηγική άποψη λύση, επειδή από το βράχο απλωνόταν ευρύτατη θέα, που έδινε τη δυνατότητα στον καθένα να παρατηρήσει εύκολα όλους εκείνους που πλησίαζαν το μοναστήρι Κομ, με καλές ή κακές προθέσεις. Το μοναστήρι ήταν περιφραγμένο από αμυντικά τείχη, που το προστάτευαν, και είχε δύο πύλες. Την εποχή της δραστήριας ζωής του, το μοναστήρι Κομ ήταν πολύ πλούσιο, επειδή είχε στη διάθεσή του γόνιμη γη, την οποία πλημμυρίζουν σήμερα τα ύδατα της Λίμνης, ενώ τα κτήματά του ήταν σκεπασμένα με αμπελώνες, συγκομιδή και βοσκότοπους. Εκτός από την ίδια την εκκλησία, επίσης και τα υπολείμματα των μοναχικών ξενόνων μαρτυρούσαν για τη ζωή των εκεί μοναχών, που φρόντιζαν τα εκκλησιαστικά αγαθά. Επίσης, το μοναστήρι Κομ αποδέχτηκε την παράδοση των εκκλησιών στις οποίες γινόταν οι ενταφιασμοί των πλούσιων και επιφανών πιστών. Για αυτό μαρτυρεί το περιεχόμενο ενός εγγράφου από το έτος 1444, στο οποίο ο Κόϊτσιν Τσιρνόγεβιτς απευθύνεται προς τις αρχές της Βενετίας στη Σκόδρα και στην πόλη Κότορ, παρακαλώντας τις να παραχώρησουν πίσω σ’αυτόν όλα τα αγαθά, δηλ. τα μοναστήρια και τις εκκλησίες της περιοχής της Λίμνης της Ζέτας, που έκτισαν οι δικοί του αρχαίοι δεσπότες, και που είχαν πάρει για τον εαυτό τους οι αρχές της Βενετίας, επειδή μέσα σ’αυτές τις εκκλησίες και τα μοναστήρια ή στους αυλόγυρους ενταφιάζονται οι τοπικοί άρχοντες. Το μοναστήρι Κομ δε ζούσε εντατική ζωή για πολύ καιρό, επειδή μετά την πτώση του Ζάμπλιακ, το έτος 1478, οι Τούρκοι ήταν σε άμεση γειτνίαση προς το μοναστήρι, κι έτσι ήδη το έτος 1485, στο κείμενο του Καταστατικού για την ίδρυση του Μοναστηριού της Καιτίγνης, αναφέρεται το στοιχείο ότι ο Ίβαν Τσιρνόγεβιτς δίνει στην Παναγία Θεοτόκο της Καιτίγνης, σαν συνεισφορά του, όλα τα κτήματα που ανήκαν κάποτε στο μοναστήρι Κομ. Όμως, αυτό δεν αποτέλεσε και την οριστική εγκατάλειψη αυτού του μοναστηριού, επειδή γύρω στο έτος 1520 το μοναστήρι ενεργοποιείται και πάλι, για να ερημώσει, σχεδόν απόλυτα, κατά τη διάρκεια του 17 ου και του 18 ου αιώνα. Μόνο ο ναός-εκκλησία συνεχίζει να ζει, την επισκέπτονται και ανοίγουν τις πόρτες της. Η εκκλησία του μοναστηριού αποτελεί ένα απλό μονόκλιτο οικοδόμημα, που στα μέσα του 15 ου αιώνα απέκτησε πλάγια παρεκκλήσια και ευρύχωρο ξύλινο εξωνάρθηκα, που τα καλύπτει. Η εκκλησία είχε ζωγραφιστεί δύο φορές, την πρώτη φορά γύρω στο έτος 1470, και μετά απ’αυτό και στη δεκαετία του ογδόντα του 16 ου αιώνα. Είναι η μοναδική εκκλησία στην τριγύρω περιοχή της Λίμνης της Σκόδρας, στην οποία σώζονται οι τοιχογραφίες. Κατά τα μέσα του περασμένου αιώνα σ’αυτή την εκκλησία ανανεώθηκε και πάλι η τέλεση της Θείας Λειτουργίας τη μέρα της Κοίμησης της Παναγίας Θεοτόκου, όταν στο μοναστήρι Κομ άρχισαν να συγκεντρώνονται οι Τσεκλίνοι. Την εκκλησία τη συντηρούσαν, από δομική και λειτουργική άποψη, οι ιερείς και οι μοναχοί από τα γειτονικά μοναστήρια, όπως και ο λαός. Υπάρχουν ακόμα μερικά ηλικιωμένα άτομα από τα τριγύρω χωριά, που θυμούνται τις μεγάλες λαϊκές συνόδους που γίνονταν στο μοναστήρι Κομ. Σεβόμενος την παράδοση της Μητρόπολης της Ζέτας και το ένδοξο παρελθόν της οικογένειας Τσιρνόγεβιτς, ο νεαρός Νιέγκος, που έπειτα έγινε γνωστός ποιητής και δεσπότης του Μαυροβουνίου, χειροθετήθηκε, σ’αυτή την εκκλησία, αρχιμανδρίτης, το χειμώνα του 1831, από μέρους του Μητροπολίτη της Πριζρένης. Κατά τη δεκαετία του 80, του 20 ου αιώνα, έγιναν ορισμένα τμηματικά ερευνητικά έργα, καθώς επίσης και έργα ανακαίνισης των εγκαταστάσεων και συντήρησης των τοιχογραφιών. Μετά την άφιξη του ιερομόναχου Δαβίδ (Μισέλιτς) και του μοναχού Χρυσόστομου (Νέσιτς), το έτος 1998, στο μοναστήρι Κομ, με την ευλογία του Μητροπολίτη Μαυροβουνίου και Παραθαλασσίου περιοχής, Κυρίου Κυρίου Αμφιλόχιου (Ράντοβιτς), άρχισε η ανακαίνιση του μοναστηριού Κομ, καθώς και η αναζωογόνηση της πνευματικής ζωής σ’αυτό το μοναστήρι Ο πρώτος οικονόμος του μοναστηριού Κομ ήταν ο ιερομόναχος Δαβίδ (Μισέλιτς), ο οποίος, όμως. ήδη το έτος 1999 περνάει, λόγω αρρώστιας, στο μοναστήρι Γιόβαν ντο ( Jovan do ), σκήτη του Αγίου Ιωάννη Βαπτιστή – μετόχι του μοναστηριού Όστρογκ, όπου σήμερα βρίσκεται ο τάφος του. Ο ιερομόναχος Δαβίδ αναπαύθηκε εν Χριστώ το έτος 2004 σε ένα νοσοκομείο της Γερμανίας, μετά από μακρόχρονη θεραπεία. Από το έτος 1999 ο τότε μοναχός, τώρα ηγούμενος, πατήρ Χρυσόστομος (Νέσιτς), με τη βοήθεια του Θεού και με τη χάρη της Παναγίας Θεομήτωρος, καταφέρνει να οικοδομήσει και ανακαινίσει το ένα μέρος αυτού του ιερού ναού μετά το άλλο.






Γιώργος Πετράκης

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις

Boat

Messapia Travel

Messapia Travel
Όπου ονειρεύεσαι να βρεθείς.... Καλαβρής

Footer