Μια μικρή πλατεία στο κέντρο της πόλης Μια πανέμορφη ιστορία. Αξίζει να την διαβάσετε
Υπάρχει μια μικρή πλατεία στο κέντρο της πόλης, την οποία επισκέπτομαι
δυο φορές την ημέρα με την κουτάβα μου την Πριγκηπέσα, ένα αδέσποτο που
περιμάζεψα πριν από ένα χρόνο. Η πρώτη είναι πρωί – πρωί, την ώρα που οι
κυρίες της υπηρεσίας καθαριότητας του δήμου την φροντίζουν και τη
δεύτερη φορά, αργά τη νύχτα, όταν πια την έχουν εγκαταλείψει τα μικρά
παιδιά με τις μαμάδες και τις γιαγιάδες τους.
Την μικρή αυτή πλατεία την αγαπώ πολύ. Βρίσκεται πίσω από το νέο κτήριο
της Δημοτικής Πινακοθήκης και φέρει το όνομα του Λεωνίδα Αυδή, του
αείμνηστου επί σειρά ετών, δημοτικού συμβούλου της Αθήνας. Την αγαπώ
γιατί είναι καθαρή. Την αγαπώ γιατί είναι μικρή, συμμαζεμένη και όσους
μήνες, - ευτυχώς είναι πολλοί, - έχει λιακάδα, κάθε απόγευμα μαζεύεται
κόσμος, νέοι, γέροι, παιδιά και ο τόπος πλημμυρίζει με φωνές, παιχνίδια,
χαρές.
Ο πληθυσμός της πλατείας έχει ένα ξεχωριστό ενδιαφέρον για μένα.
Αποτελείται από ανθρώπους που ήρθαν από χώρες μακρινές, άλλες εξωτικές
κι άλλες βασανισμένες. Όλοι τους ήρθαν για να βρουν μια καλύτερη ζωή,
ένα καλύτερο μέλλον για τα παιδιά τους, ένα μεροκάματο και λίγη
ασφάλεια. Άνθρωποι που γνώρισαν τον πόλεμο και την καταστροφή. Άνθρωποι
που είδαν τη ζωή τους να αναποδογυρίζει μέσα σε μια νύχτα. Άνθρωποι
παραδαρμένοι στην περιδίνηση της πρόσφατης ιστορίας.
Η βραδινή βόλτα είναι για μένα, κι ελπίζω για την κουτάβα μου, η
καλύτερη. Μια γαλήνια σιωπή περιβάλλει την πλατεία. Παρά το γεγονός ότι
βρίσκεται σε απόσταση 300 μέτρων από την Ομόνοια, είναι σα να βρίσκεσαι σ’ έναν εντελώς διαφορετικό κόσμο.
Ήταν, νομίζω, αρχές της άνοιξης, όταν ένα βράδυ γνώρισα ένα ξεχωριστό
πλάσμα, το οποίο βρισκόταν μόνο το βράδυ στην πλατεία. Άλλες ώρες, δεν
έτυχε να το συναντήσω ποτέ. Είναι ο Χασάν, ένα παλικαράκι 15 χρονών από
το Αφγανιστάν, που μετά από άπειρες περιπέτειες και διασχίζοντας το
μισό, σχεδόν, κόσμο, έφτασε στην Ελλάδα. Την πρώτη φορά με πλησίασε
διστακτικά. Στη συνέχεια κατάλαβα πως φοβόταν την Πριγκηπέσα.
- Δαγκώνει;
- Όχι, χάιδεψε την.
- Φοβάμαι.
- Γιατί;
- Περάσαμε, κάποτε, κάποια σύνορα κι εκεί είχαν σκυλιά και μας κυνήγησαν. Φοβάμαι.
- Χάιδεψε την, μη φοβάσαι.
Την χάιδεψε με τον τρόπο του ανθρώπου που γεννήθηκε και μεγάλωσε με ζώα.
Ήξερε που της αρέσει να την πασπατεύουν, εκεί γύρω από τον λαιμό. Η
Πριγκηπέσα έμεινε ακίνητη. Θηλυκό που απολαμβάνει το χάδι, το χτένισμα
και τον φωτογραφικό φακό. Κι ας είναι τετράποδο.
Έκτοτε, κάθε βράδυ, στη βόλτα συναντώ τον Χασάν, το παιδί από το
Αφγανιστάν, που ήρθε στον τόπο τούτο, να βρει μια καλύτερη τύχη. Μένει
με άλλους 15 – 20, ανάλογα με τη μέρα, σε ένα δωμάτιο που νοικιάζουν με
τη μέρα, δίχως νερό, δίχως αποχέτευση. Κατά τη διάρκεια της μέρας,
γυρνάει στη γειτονιά με ένα καρότσι που έκλεψε από ένα σούπερ μάρκετ και
το γεμίζει πότε με χαρτιά, πότε με σίδερα, πότε με μπουκάλια, - ανάλογα
με το τι θα βρει στους κάδους απορριμμάτων, - και τα πουλάει σε μάντρες
του Ελαιώνα.
Κάθε βράδυ ο Χασάν χαϊδεύει τρυφερά την Πριγκηπέσα. Εκείνη κάθεται στα
πίσω της πόδια και αραιά και που γυρίζει και τον κοιτάζει με το
αγαπησιάρικο βλέμμα της. Την ίδια στιγμή διακρίνω στο βλέμμα του Χασάν
μια πλημμυρίδα αναμνήσεων. Αφού μείνουμε έτσι για ώρα πολλή, δίχως να
μιλάμε, παίρνω την κουτάβα και φεύγουμε. Μια φορά, προσπάθησα να του
δώσω λίγα χρήματα. Αρνήθηκε ευγενικά λέγοντας:
- Μου φτάνουν αυτά που βγάζω απ’ τη δουλειά.
Και το βλέμμα του άστραφτε από υπερηφάνεια. Λάμψη που είχα να δω χρόνια
στο βλέμμα ανθρώπων που με περιβάλλουν. Καλό ξημέρωμα Χασάν.
Δημοσιεύτηκε στο portal του ραδιοσταθμού "Αθήνα 9,84 FM"
http://samizdatproject.blogspot.gr/2012/01/blog-post_2461.html
Επίζω βέβαια να μαζεύεται αυτά που κάνει η κουτάβα σας στην καθαρή πλατεία....
ΑπάντησηΔιαγραφή