Παραδοσιακή Καθενιώτικη φορεσιά
Αναδημοσίευση από messapianews
Στις 16 Δεκεμβρίου ο Χορευτικός Σύλλογος Καθενών "Τα Έρια" συμμετείχε στην εκδήλωση που πραγματοποιήθηκε στον Μαλακώντα Ερέτριας για την παρουσίαση της τοπικής φορεσιάς του τοπικού διαμερίσματος των Καθενών.
Παρακάτω σας παρουσιάζουμε την ανδρική και την γυναικεία φορεσιά των Καθενών όπως ακριβώς έχουν δημοσιευτεί στον ιστοχώρο του Χορευτικού Συλλόγου "Τα Έρια":
Ανδρική φορεσιά:
Η π’καμίσα (πουκαμίσα) η κοντό. Η πουκαμίσα ήταν φτιαγμένη από άσπρο βαμβακερό ύφασμα υφαντό στον αργαλειό από αγοραστό νήμα και ραμμένη στο χέρι. Αργότερα έβαφαν το ύφασμα γεράνιο γιατί το άσπρο ήταν δύσκολο στο πλύσιμο. Η πουκαμίσα ήταν κοντή και έφτανε μέχρι τα γόνατα Είχε άνοιγμα μέχρι την μέση και κούμπωνε με μικρά κουμπιά. Η περιοχή του στήθους καλυπτόταν από πυκνές πένσες που σχημάτιζαν ένα ξεχωριστό τετράγωνο. Από την μέση και κάτω ήταν φαρδύ και λεγόταν πουκαμίσα φουστανελλάδικη. Τα μανίκια ήταν πλατιά και ανοικτά κάτω. Αργότερα έγιναν κοντά και κούμπωναν στον καρπό. Οι κάλτσες ήταν πλεκτές ή υφαντές χωρίς πατούσα που έφταναν μέχρι το γόνατο όπου δένονταν με την γονατάρα. Στο κάτω μέρος ήταν ραμμένη μια λεπτή λουρίδα που περνούσε κάτω από την καμάρα του ποδιού και κρατούσε την κάλτσα τεντωμένη. Η λουρίδα αυτή ονομαζόταν παλιά στάφα αργότερα πατήκι. Το παντελόνι.
Οι Καθενιώτες άρχισαν να φορούν παντελόνια, μετά το 1880. Το παντελόνι εκείνης της εποχής ήταν κοντό και, έφτανε μέχρι το γόνατο. Το έλεγαν μπουτούρι. Ήταν ραμμένο από υφαντό ύφασμα συνήθως μαύρο. Αργότερα τα μπουντούρια και οι κάλτσες αντικαταστάθηκαν από τα πανωβράκια.. Όταν έφτασε στο χωριό η Ευρωπαϊκή (Φράγκικη ) ενδυμασία το πανωβράκι αντικαταστήθηκε από το παντελόνι που το έραβαν από ντρίλινο αγοραστό ύφασμα.Αυτό το ύφασμα το ονόμαζαν της ρετσίνας. Τα πανωβράκια φτιάχνονταν από υφαντό μάλλινο ύφασμα μαύρου χρώματος. Ήταν στενά αλλά κάτω από τα σκέλια σχημάτιζαν την σέλα για να μη δυσκολεύονται στο περπάτημα. Τα έδεναν στη μέση με ένα κομμάτι σχοινί την βρακοζώνα, την οποία περνούσαν μέσα από την φακαρόλα, στο κενό δηλαδή που δημιουργείται στο πάνω μέρος του πανωβρακιού όταν δίπλωναν το ύφασμα προς τα κάτω και το έραβαν. Τον χειμώνα φορούσαν το σταυρωτό η γιλέκο. Ήταν φτιαγμένο από σκούρο μπλε υφαντό ύφασμα Το ύφασμα ήταν φτηνό χωρίς πολλά κεντίδια. Στα βαριά χειμωνιάτικα κρύα φορούσαν πάνω από όλα την πατατούκα. Ήταν φτιαγμένη από μάλλινο προβάτινο ύφασμα χρώματος μπλε ή μαύρου και έφτανε λίγο πιο πάνω από τα γόνατα. Όταν ύφαιναν το ύφασμα το πήγαιναν στο μαντάνι για να μπάσει και για να γίνει χοντρό και το έλεγαν σ’κτι (σκουτί). Την πατατούκα τη έραβαν στο χέρι ή στην χειροκίνητη ραπτομηχανή...
Γυναικεία φορεσιά:
Του πκάμσου (πουκάμισο). Το πουκάμισο κάλυπτε όλο το σώμα και έφτανε μέχρι τους αστραγάλους. Ήταν ένα άσπρο φαρδύ ρούχο το οποίο έραβαν στο χέρι. Είχε κέντημα στον ποδόγυρο και στα μανίκια, με καθορισμένα σχέδια τα οποία έχουν σχέση με την εποχή και την ηλικία της γυναίκας που το φορά. Ήταν φτιαγμένο από βαμβακερό ύφασμα το οποίο ύφαιναν στον αργαλειό. Στο μέρος του στήθους είχε άνοιγμα το οποίο κούμπωνε με ένα κουμπί και το οποίο κάλυπτε η τραχηλιά. Όταν το μάζευαν το δίπλωναν σε φλέβες για να μην τσαλακωνόταν. Το κεντούσαν στο χέρι με μαυροκέντι, δηλαδή με μαύρη κλωστή .
Τα συνήθη σχέδια του ήταν το πεταλάκι και το μαυρομάτι (φαρδύ τετράγωνο κέντημα το οποίο κατέληγε σε τρίγωνο στην κορυφή του). Στον κάτω μέρος είχε ταμτέλλα (δαντέλα) η οποία κατέληγε σε γλωσσίδια. Η Σεγκούνα Σεγκούνα. Κάτοχος Καλλιόπη Κηρύκου Κεντήματα σεγκούνας. Ή Μπουκαδούρενα Ποδιά. Κάτοχος Καλλιόπη Κηρύκου ή Μπουκαδούρενα Ζιπούνι. Κάτοχος Φανή Κορώνη Πουκάμισο. Κάτοχος Καλλιόπη Κηρύκου ή Μπουκαδούρενα. Μεσοφόρι. Κάτοχος Καλλιόπη Κηρύκου ή Μπουκαδούρενα Μαντίλι, ζωγραφιστό, κεντρικό σχέδιο. Κάτοχος Φανή Κορώνη Η σουρκάδα Το ύφασμα της ήταν υφαντό από άσπρο χοντρό μαλλί προβάτου που για να κάνει χνούδι το έστελναν στο νεροτριβείο. Η σουρουκάδα είχε από την μια πλευρά σε σειρές πυκνά φλόκια και σειράδια στα μανίκια, στις τσέπες και γύρω- γύρω στην περίμετρο.
Μπροστά υπήρχαν δυο σειρές από φλόκια και μια πίσω. Την έραβαν στο χέρι ειδικοί μάστοροι. Στο χωρίο ξακουστός ήταν ο Μπαρδαμπούλιας (Βασίλης Κούρος). Οι καλύτεροι όμως μάστοροι ήταν οι Αγραφιώτες οι οποί έρχονταν το καλοκαίρι με τους καλφάδες. τους βοηθούς τους Του ζπούν (ζηπουνί) ή τζάκος όπως είναι γνωστό σε άλλα μέρη . Ήταν φτιαγμένο από δυο διαφορετικά υφάσματα Το μπροστινό και το πίσω μέρος που τα κάλυπταν η τραχηλιά και η σουρκάδα αντίστοιχα, ήταν φτιαγμένο από φτηνό ύφασμα. Ενώ τα μανίκια που φαίνονταν ήταν φτιαγμένα από ύφασμα καλής ποιότητας , μετάξι ή βελούδο ,με ζώνες διαφορών χρωμάτων. Τα μανίκια ήταν ανοικτά στο κάτω άκρο και κατέληγαν στο λοξό ή φραξίδι με ταμτέλες Το φραξίδι ήταν μια ζώνη με χρώματα διαφορετικά από εκείνα του μανικιού για κάνει αντίθεση. Πολλές φορές στα μανίκια αντί για ταμτέλλα έβαζαν ρέλι στις άκρες των μανικιών Η τραχηλιά. Ήταν κατασκευασμένη από ύφασμα λευκό υφαντό ή αγοραστό. Ήταν απλή η είχε ταμτέλα και απλά κεντίδια (ψοροκόκκαλο). Την Φορούσαν στο στήθος για να σκεπάζει το ανοικτό μέρος του πουκαμίσου. Είχε λαιμόκοψη και δενόταν πίσω από το λαιμό με κορδόνι ή κούμπωνε με κουμπί. Στη μέση δενόταν επίσης με κορδόνι. Την έβαζαν μέσα στη σεγκούνα...
Στις 16 Δεκεμβρίου ο Χορευτικός Σύλλογος Καθενών "Τα Έρια" συμμετείχε στην εκδήλωση που πραγματοποιήθηκε στον Μαλακώντα Ερέτριας για την παρουσίαση της τοπικής φορεσιάς του τοπικού διαμερίσματος των Καθενών.
Παρακάτω σας παρουσιάζουμε την ανδρική και την γυναικεία φορεσιά των Καθενών όπως ακριβώς έχουν δημοσιευτεί στον ιστοχώρο του Χορευτικού Συλλόγου "Τα Έρια":
Ανδρική φορεσιά:
Η π’καμίσα (πουκαμίσα) η κοντό. Η πουκαμίσα ήταν φτιαγμένη από άσπρο βαμβακερό ύφασμα υφαντό στον αργαλειό από αγοραστό νήμα και ραμμένη στο χέρι. Αργότερα έβαφαν το ύφασμα γεράνιο γιατί το άσπρο ήταν δύσκολο στο πλύσιμο. Η πουκαμίσα ήταν κοντή και έφτανε μέχρι τα γόνατα Είχε άνοιγμα μέχρι την μέση και κούμπωνε με μικρά κουμπιά. Η περιοχή του στήθους καλυπτόταν από πυκνές πένσες που σχημάτιζαν ένα ξεχωριστό τετράγωνο. Από την μέση και κάτω ήταν φαρδύ και λεγόταν πουκαμίσα φουστανελλάδικη. Τα μανίκια ήταν πλατιά και ανοικτά κάτω. Αργότερα έγιναν κοντά και κούμπωναν στον καρπό. Οι κάλτσες ήταν πλεκτές ή υφαντές χωρίς πατούσα που έφταναν μέχρι το γόνατο όπου δένονταν με την γονατάρα. Στο κάτω μέρος ήταν ραμμένη μια λεπτή λουρίδα που περνούσε κάτω από την καμάρα του ποδιού και κρατούσε την κάλτσα τεντωμένη. Η λουρίδα αυτή ονομαζόταν παλιά στάφα αργότερα πατήκι. Το παντελόνι.
Οι Καθενιώτες άρχισαν να φορούν παντελόνια, μετά το 1880. Το παντελόνι εκείνης της εποχής ήταν κοντό και, έφτανε μέχρι το γόνατο. Το έλεγαν μπουτούρι. Ήταν ραμμένο από υφαντό ύφασμα συνήθως μαύρο. Αργότερα τα μπουντούρια και οι κάλτσες αντικαταστάθηκαν από τα πανωβράκια.. Όταν έφτασε στο χωριό η Ευρωπαϊκή (Φράγκικη ) ενδυμασία το πανωβράκι αντικαταστήθηκε από το παντελόνι που το έραβαν από ντρίλινο αγοραστό ύφασμα.Αυτό το ύφασμα το ονόμαζαν της ρετσίνας. Τα πανωβράκια φτιάχνονταν από υφαντό μάλλινο ύφασμα μαύρου χρώματος. Ήταν στενά αλλά κάτω από τα σκέλια σχημάτιζαν την σέλα για να μη δυσκολεύονται στο περπάτημα. Τα έδεναν στη μέση με ένα κομμάτι σχοινί την βρακοζώνα, την οποία περνούσαν μέσα από την φακαρόλα, στο κενό δηλαδή που δημιουργείται στο πάνω μέρος του πανωβρακιού όταν δίπλωναν το ύφασμα προς τα κάτω και το έραβαν. Τον χειμώνα φορούσαν το σταυρωτό η γιλέκο. Ήταν φτιαγμένο από σκούρο μπλε υφαντό ύφασμα Το ύφασμα ήταν φτηνό χωρίς πολλά κεντίδια. Στα βαριά χειμωνιάτικα κρύα φορούσαν πάνω από όλα την πατατούκα. Ήταν φτιαγμένη από μάλλινο προβάτινο ύφασμα χρώματος μπλε ή μαύρου και έφτανε λίγο πιο πάνω από τα γόνατα. Όταν ύφαιναν το ύφασμα το πήγαιναν στο μαντάνι για να μπάσει και για να γίνει χοντρό και το έλεγαν σ’κτι (σκουτί). Την πατατούκα τη έραβαν στο χέρι ή στην χειροκίνητη ραπτομηχανή...
Γυναικεία φορεσιά:
Του πκάμσου (πουκάμισο). Το πουκάμισο κάλυπτε όλο το σώμα και έφτανε μέχρι τους αστραγάλους. Ήταν ένα άσπρο φαρδύ ρούχο το οποίο έραβαν στο χέρι. Είχε κέντημα στον ποδόγυρο και στα μανίκια, με καθορισμένα σχέδια τα οποία έχουν σχέση με την εποχή και την ηλικία της γυναίκας που το φορά. Ήταν φτιαγμένο από βαμβακερό ύφασμα το οποίο ύφαιναν στον αργαλειό. Στο μέρος του στήθους είχε άνοιγμα το οποίο κούμπωνε με ένα κουμπί και το οποίο κάλυπτε η τραχηλιά. Όταν το μάζευαν το δίπλωναν σε φλέβες για να μην τσαλακωνόταν. Το κεντούσαν στο χέρι με μαυροκέντι, δηλαδή με μαύρη κλωστή .
Τα συνήθη σχέδια του ήταν το πεταλάκι και το μαυρομάτι (φαρδύ τετράγωνο κέντημα το οποίο κατέληγε σε τρίγωνο στην κορυφή του). Στον κάτω μέρος είχε ταμτέλλα (δαντέλα) η οποία κατέληγε σε γλωσσίδια. Η Σεγκούνα Σεγκούνα. Κάτοχος Καλλιόπη Κηρύκου Κεντήματα σεγκούνας. Ή Μπουκαδούρενα Ποδιά. Κάτοχος Καλλιόπη Κηρύκου ή Μπουκαδούρενα Ζιπούνι. Κάτοχος Φανή Κορώνη Πουκάμισο. Κάτοχος Καλλιόπη Κηρύκου ή Μπουκαδούρενα. Μεσοφόρι. Κάτοχος Καλλιόπη Κηρύκου ή Μπουκαδούρενα Μαντίλι, ζωγραφιστό, κεντρικό σχέδιο. Κάτοχος Φανή Κορώνη Η σουρκάδα Το ύφασμα της ήταν υφαντό από άσπρο χοντρό μαλλί προβάτου που για να κάνει χνούδι το έστελναν στο νεροτριβείο. Η σουρουκάδα είχε από την μια πλευρά σε σειρές πυκνά φλόκια και σειράδια στα μανίκια, στις τσέπες και γύρω- γύρω στην περίμετρο.
Μπροστά υπήρχαν δυο σειρές από φλόκια και μια πίσω. Την έραβαν στο χέρι ειδικοί μάστοροι. Στο χωρίο ξακουστός ήταν ο Μπαρδαμπούλιας (Βασίλης Κούρος). Οι καλύτεροι όμως μάστοροι ήταν οι Αγραφιώτες οι οποί έρχονταν το καλοκαίρι με τους καλφάδες. τους βοηθούς τους Του ζπούν (ζηπουνί) ή τζάκος όπως είναι γνωστό σε άλλα μέρη . Ήταν φτιαγμένο από δυο διαφορετικά υφάσματα Το μπροστινό και το πίσω μέρος που τα κάλυπταν η τραχηλιά και η σουρκάδα αντίστοιχα, ήταν φτιαγμένο από φτηνό ύφασμα. Ενώ τα μανίκια που φαίνονταν ήταν φτιαγμένα από ύφασμα καλής ποιότητας , μετάξι ή βελούδο ,με ζώνες διαφορών χρωμάτων. Τα μανίκια ήταν ανοικτά στο κάτω άκρο και κατέληγαν στο λοξό ή φραξίδι με ταμτέλες Το φραξίδι ήταν μια ζώνη με χρώματα διαφορετικά από εκείνα του μανικιού για κάνει αντίθεση. Πολλές φορές στα μανίκια αντί για ταμτέλλα έβαζαν ρέλι στις άκρες των μανικιών Η τραχηλιά. Ήταν κατασκευασμένη από ύφασμα λευκό υφαντό ή αγοραστό. Ήταν απλή η είχε ταμτέλα και απλά κεντίδια (ψοροκόκκαλο). Την Φορούσαν στο στήθος για να σκεπάζει το ανοικτό μέρος του πουκαμίσου. Είχε λαιμόκοψη και δενόταν πίσω από το λαιμό με κορδόνι ή κούμπωνε με κουμπί. Στη μέση δενόταν επίσης με κορδόνι. Την έβαζαν μέσα στη σεγκούνα...
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου