Meropolis Ermoupolios Tanta‎ Ιωακειμ για την Γενοκτονία των Ελλήνων


Γενοκτονία των Ελλήνων
Πόντος
Η Γενοκτονία των Ελλήνων είναι η σκόπιμη και η συστηματική καταστροφή των Ελληνικών πληθυσμών της Μικρά Ασίας της Ανατολικής Θράκης και του Πόντου από την Άνοιξη του 1914 μέχρι το 1923. Θεωρείται μια από τις πρώτες σύγχρονες γενοκτονίες. Η γενοκτονία ήταν ένα προμελετημένο έγκλημα, το οποίο η κυβέρνηση των Νεότουρκων έφερε σε πέρας με σφαγές, εξαναγκαστικό ξεριζωμό και πορείες στη έρημο, με βασανιστήρια, πείνα και δίψα, και τα στρατόπεδα θανάτου στην έρημο.

Η διεθνής βιβλιογραφία και τα κρατικά αρχεία πολλών χωρών βρίθουν μαρτυριών για το ειδεχθές έγκλημα, που διαπράχθηκε εναντίον του ελληνικού λαού. Η γενοκτονία των Ελλήνων πραγματοποιήθηκε παράλληλα και κατά τον ίδιο τρόπο όπως με γενοκτονίες σε βάρος και άλλων χριστιανικών πληθυσμών της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, δηλ. των Αρμενίων και των Ασσυρίων.
Μέχρι και τις παραμονές του Α' Παγκοσμίου Πολέμου, ο Ελληνισμός του Πόντου βρισκόταν σε οικονομική άνθηση, αλλά με το ξέσπασμά του, είχε την ίδια τύχη με την υπόλοιπη Μικρά Ασία, με εκκενώσεις οικισμών, τάγματα εργασίας, εκτελέσεις λιποτακτών και με αντίποινα στις οικογένειές τους. Όμως η γεωστρατηγική θέση της περιοχής, κοντά στις επιχειρήσεις του ρωσσο-τουρκικού μετώπου, είχε ως επακόλουθο να δοκιμαστεί πιο έντονα. Ιδιαίτερα η τουρκική ήττα στην περιοχή, στο Σαρικαμίς το 1915, αποδόθηκε στους Έλληνες που υπηρετούσαν στον οθωμανικό στρατό. Ως συνέπεια αυτού, όλοι οι στρατολογημένοι Πόντιοι εξαναγκάστηκαν σε στρατολόγηση στα τάγματα εργασίας.
Έτσι δεν άργησαν να εκδηλώνονται κύματα λιποταξίας, με τον κόσμο να καταφεύγει στα βουνά. Μάλιστα στην επαρχία Κερασούντας, για αυτό τον λόγο, κάηκαν 88 χωριά ολοσχερώς μέσα σε τρεις μήνες. Οι Έλληνες της επαρχίας, περίπου 30.000, αναγκάστηκαν να διανύσουν πεζή πορεία προς την Άγκυρα κατά τη διάρκεια του χειμώνα. Αναπόφευκτα το ένα τέταρτο αυτών πέθαναν καθ' οδόν.
Τελικά οι διώξεις εντάθηκαν με την έκδοση διατάγματος, τον Δεκέμβριο του 1916, που προέβλεπε την εξορία όλων των ανδρών από 18 ως 40 ετών και τη μεταφορά των γυναικόπαιδων στο εσωτερικό της Μικράς Ασίας. Η εφαρμογή αυτού του μέτρου ξεκίνησε από την Άνω Αμισό και στην Μπάφρα. Στην επαρχία Αμάσειας 72.375 Έλληνες, από τους συνολικά 136,768, εκτοπίστηκαν, από τους οποίους το 70% πέθανε από τις κακουχίες.
Στον Άγιο Γεώργιο Πατλάμ της Κερασούντας είχαν συγκεντρωθεί 3.000 Έλληνες, οι οποίοι έγκλειστοι και σε συνθήκες ασιτίας από τις οθωμανικές αρχές, βρήκαν αργό θάνατο. Κατά τη διάρκεια του Α' Παγκοσμίου Πολέμου εξορίστηκαν συνολικά 235.000 Πόντιοι, ενώ 80.000 μετανάστευσαν στη Ρωσία.
Οι εκτοπίσεις ελληνικών πληθυσμών στη δυτική Μικρά Ασία γενικεύτηκαν από τη στιγμή που ξεκίνησε η πολεμική επιχείρηση στα Δαρδανέλλια, τον Φεβρουάριο του 1915. Οι μετατοπίσεις εξυπηρετούσαν τη δημιουργία αμιγώς τουρκικών πληθυσμών στην περιοχή. Μάλιστα στους εκτοπισμένους ανακοινωνόταν ότι το μέτρο αυτό ήταν αναγκαίο λόγω του υποτιθέμενου κινδύνου από τον συμμαχικό στόλο. Όμως αμέσως μετά την αποχώρησή τους, τουρκικοί πληθυσμοί από γειτονικές περιοχές καταλάμβαναν τα σπίτια τους. Από τη συντονισμένη εκτέλεση του μέτρου αυτού σε όλους τους οικισμούς της περιοχής.
Η τουρκική χωροφυλακή εμφανιζόταν στους υπό διωγμό οικισμούς με ρητές διαταγές από την οθωμανική διοίκηση. Πραγματοποιούνταν άμεσα η συγκέντρωση των κατοίκων σε κάποιο κεντρικό σημείο (συνήθως στην πλατεία) και από εκεί διατάζονταν απ' ευθείας για αναχώρηση προς άγνωστο σημείο. Οι εκτοπισμένοι απαγορεύονταν αυστηρά να μεταφέρουν μαζί τους τρόφιμα, ρούχα ή στρώματα. Η εποχή που πραγματοποιούνταν οι εκτοπισμοί, ήταν συνήθως κατά τους χειμερινούς μήνες, με δυσμενείς καιρικές συνθήκες. Κατά τη διάρκεια της πεζής πορείας πραγματοποιούνταν σταθμεύσεις μόνο σε ακατοίκητες περιοχές στο ύπαιθρο, ώστε να αποφεύγεται το ενδεχόμενο οι εκτοπισμένοι να εφοδιαστούν. Επίσης, απαγορεύονταν η περιποίηση των αρρώστων και η ταφή των νεκρών. Ιδιαίτερα, με θάνατο τιμωρούνταν η ελεημοσύνη από ομογενείς και η παροχή ασύλου στα εγκαταλειμμένα βρέφη. Η πορεία συνεχίζονταν από τους εναπομείναντες, με πλήρη ασιτία.
Προκειμένου να αποφύγουν, όσοι είχαν τη δυνατότητα, τα Τάγματα Εργασίας είτε εξαγόραζαν τη θητεία τους ξεπουλώντας όμως σε αυτή την περίπτωση την περιουσία τους, είτε, ιδιαίτερα οι φτωχότεροι, κατέφευγαν στα βουνά και χαρακτηρίζονταν λιποτάκτες από τις αρχές. Όμως οι συγγενείς τους αναγκάζονταν να υποστούν σκληρά αντίποινα, Ως απόρροια αυτού του μέτρου, σημειώθηκαν χιλιάδες λιποταξίες, αλλά ακολούθησε αμείλικτη αντίδραση με κύμα εκτελέσεων από τους Τούρκους. για την εξόντωση των ελληνικών πληθυσμού
Οι εκκαθαριστικές επιχειρήσεις, σε αυτό το στάδιο, ξεκίνησαν από τη βορειοδυτική Μικρά Ασία (περιοχή Μαρμαρά) και επεκτάθηκαν στην Ιωνία, νοτιοδυτική Μικρά Ασία και τον Πόντο. Το φθινόπωρο του 1914 εκκενώθηκαν 70 οικισμοί στην περιοχή της Μάκρης και του Λιβισίου, ενώ οι περισσότεροι από τους εναπομείναντες κατοίκους, με την πίεση συνεχών διωγμών από την τουρκική χωροφυλακή, πέθαναν από ασιτία σε περιβάλλον απομόνωσης.
Κατά την άνοιξη του επόμενου έτους, οι εκκαθαριστικές επιχειρήσεις επεκτάθηκαν στο Αϊβαλί, το οποίο είχε εξαιρεθεί κατά την πρώτη περίοδο των διωγμών. Πάνω από 20.000 κάτοικοι αναγκάστηκαν σε πορεία προς την ενδοχώρα, όπου μεγάλος μέρος πέθανε από τις κακουχίες και τις ακρότητες που υπέστη από τουρκικά τμήματα.
Newspaper published by The Scotsman on July 20th 1915 entitled, Greek Population of Turkey, A Crisis At Aivali
Η Γενοκτονία των Ελλήνων είναι η σκόπιμη και η συστηματική καταστροφή των Ελληνικών πληθυσμών της Μικρά Ασίας της Ανατολικής Θράκης και του Πόντου από την Άνοιξη του 1914 μέχρι το 1923. Θεωρείται μια από τις πρώτες σύγχρονες γενοκτονίες. Η γενοκτονία ήταν ένα προμελετημένο έγκλημα, το οποίο η κυβέρνηση των Νεότουρκων έφερε σε πέρας με σφαγές, εξαναγκαστικό ξεριζωμό και πορείες στη έρημο, με βασανιστήρια, πείνα και δίψα, και τα στρατόπεδα θανάτου στην έρημο.
Η διεθνής βιβλιογραφία και τα κρατικά αρχεία πολλών χωρών βρίθουν μαρτυριών για το ειδεχθές έγκλημα, που διαπράχθηκε εναντίον του ελληνικού λαού. Η γενοκτονία των Ελλήνων πραγματοποιήθηκε παράλληλα και κατά τον ίδιο τρόπο όπως με γενοκτονίες σε βάρος και άλλων χριστιανικών πληθυσμών της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, δηλ. των Αρμενίων και των Ασσυρίων[1]. O πρέσβης των Hνωμένων Πολιτειών στην Kωνσταντινούπολη Henry Morgenthau στο έργο του «Ambassador Morgenthau’s Story» (1918) τονίζει: «Οι Αρμένιοι δεν είναι ο μοναδικός υπό τουρκικό έλεγχο λαός, ο οποίος υπέφερε στα πλαίσια της πολιτικής «Η Τουρκία για τους Τούρκους». Την ιστορία που διηγήθηκα για τους Αρμένιους, θα μπορούσα να την έλεγα, με μερικές παραλλαγές, για τους Έλληνες και τους Ασσύριους. Πραγματικά, οι Έλληνες ήταν τα πρώτα θύματα αυτής της εθνικιστικής ιδέας.»
Οι εκτιμήσεις για τις ανθρώπινες απώλειες φτάνουν, κατά ορισμένους Έλληνες μελετητές τις 800.000 - 1.200.000 ψυχές. Στις 20 Μαρτίου 1922, ο Άγγλος διπλωμάτης Ρέντελ συνέταξε ένα μνημόνιο για τις τουρκικές ωμότητες σε βάρος των χριστιανών από το 1919 κι έπειτα. Στο προοίμιο αυτού του μνημονίου αναφέρεται:
«Η επίτευξη της ανακωχής με την Τουρκία, στις 30 Οκτωβρίου 1918, φάνηκε να επέφερε μια προσωρινή παύση των διωγμών των μειονοτήτων εκ μέρους των Τούρκων, που διαπράχθηκαν καθ’ όλη τη διάρκεια του πολέμου. Στην επιδίωξη αυτών των διωγμών, είναι γενικώς αποδεκτό ... ότι πάνω από 500.000 ‘Έλληνες εξορίστηκαν, εκ των οποίων συγκριτικώς ελάχιστοι επέζησαν...».

Σχόλια