Όχι – Το παραμύθι της παντρειάς. Παραμύθι από την Διρφυ

Ήταν μια φορά ένας βασ’λιάς και είχε μια κόρη π’λύ όμορφ’, βασιλοπούλα. Ερχόνταν γαμπροί κι τη ζητούσαν, αλλ’ ο βασ’λιάς ήταν στριμένος, δεν ήθιλε κανένα και λέει: «Όποιους την καταφέρ’ να τουν παντρηυτεί, να την πάρ’ να ’συχάσουμε, αλλ’ όποιους μπει και δεν την καταφέρ’ θα τον σκοτώνω.» Αλλ’ αυτός είχε πει τσι κόρης τ’ κρυφά, «όταν έρχουντι γαμπροί και σε ρουτάν’, ότι σε ρουτάν’ εσύ θα λες ‘όχι’. Καλά;» «Καλά.» Πήγι ένας πλούσιος γαμπρός, «θες να μι παντρηυτείς;» «Όχι», έλεγε αυτή. «Μ’ αγαπάς;» «Όχι». «Θες να κοιμηθούμι μαζί;» «Όχι.» Το ένα, όχι, το άλλου, όχι, το παράλλου, όχι, στο τέλος τουν πιάσαν, τουν σκοτώσαν. Πάει άλλου βασιλόπ’λο. «Θα μι παντρηυτείς;» «Όχι». «Θες να κοιμηθούμι μαζί;» «Όχι.» «Μ’ αγαπάς;» «Όχι.» Όχι – όχι, στο τέλος τον σκουτώσαν κι αυτόν. Πήγαν και πήγαν κι ούλους τους σκουτώναν. Μέχρι π’ ήρθε κι ένας κουριλής, φτουχός, μι ρούχα βρώμ’κα. «Βρι πιδάκι μ’, και ξ’ αμάν αμάν, τόσοι και τόσοι πήγαν με λεφτά, με χρυσά, ’σύ πού πας; Θα σι σκοτώσ’ν», του λέγανι. «Εγώ πάω κι ας μι σκουτώσουν.» Πάει κι αυτός, λοιπόν, και τσ’ λέει τσι βασιλοπούλα. «Μ’ αγαπάς;» «Όχι.» «Μαλώνεις να κοιμηθούμι μαζί;» τσι λέει, γιατί ήταν έξυπνους. «Όχι.» απαντάει αυτή. «Μαλώνεις να παντρηυτούμι;» «Όχι», ξαναλέει αυτή. Την πήρι κι αυτός, την πάει στουν βασ’λιά, ου βασ’λιάς δεν ήθελε να τη δώσει, αλλά τι να κάμει που το ’χε πει; Κι έτσι την πήρι την βασιλουπούλα.
dirfys.gr


Σχόλια