Έθιμα της Μ. Εβδομάδας


Ένα από τα έθιμα κατά την περίοδο του Πάσχα στην περιοχή των Ψαχνών του Δήμου Διρφύων-Μεσσαπίων αλλά και στα άλλα τοπικά διαμερίσματα του Δήμου είναι και τα Κάλαντα της Λαμπρής. Τα Κάλαντα αυτά λέγονται μόνο από κορίτσια. Την τελευταία ημέρα πριν κλείσουν τα σχολεία για τον εορτασμό του Πάσχα, τα κορίτσια μαζεύονταν σε ομάδες και κρατώντας ένα καλαθάκι, το οποίο ήταν στολισμένο με λουλούδια, πήγαιναν από σπίτι σε σπίτι λέγοντας «τα τραγούδια», όπως αποκαλούν τα Κάλαντα στην περιοχή των Ψαχνών και όχι μόνο. Αφού έλεγαν τα Κάλαντα είτε τους έδιναν χρήματα είτε αυγά, τα οποία πήγαιναν στα σπίτια τους για να τα βάψουν για την ημέρα του Πάσχα.
Μερικοί στοίχοι από τα Κάλαντα της Λαμπρής, ανέφεραν τα εξής:

Σαν την Λαμπρή την Κυριακή
την λαμπροστολισμένη
Κυρά μου τα παιδάκια σου, κυρά μυ τα χρυσά σου,
η Παναγιά σου τα έστειλε, Θεός να στα φυλάξει
Να κάμουν γάμους και χαρές
ευτιχισιές μεγάλες
Και ο νοικοκύρης του σπιτιού χρονιά να ζήσει
Να ασπρίσει σαν το πρόβατο
Να ζήσει σαν την Δέλφη.
…………………………………………………………………..
Το έθιμο βέβαια αυτό τα τελευταία χρόνια έχει αρχίσει σιγά σιγά να εκλείπει, παρόλο που είναι ένα πολύ παλιό έθιμο και συνδέεται άμεσα με την τοπική παράδοση.
Σάββατο του Λαζάρου τα αγόρια κρατώντας ένα ομοίωμα του Λαζάρου έλεγαν τα παρακάτω Κάλαντα:
Λάζαρε, Λαζαρωμένε
και με το κερί ζωσμένε
Πες μας Λάζαρε τι είδες
εἰς τὸν Ἅδη ποῦ ἐπῆγες;
-Εἶδα φόβους, εἶδα τρόμους,
εἶδα βάσανα καὶ πόνους.
Δώστε μου λίγο νεράκι
να ξεπλύνω το φαρμάκι
Το φαρμάκι των χηλέων
και μη με ρωτάτε πλέον
Το Σάββατο του Λαζάρου, οι γυναίκες, τα παλιά χρόνια, ζύμωναν το πρωί ειδικά ψωμάκια, τους “λαζάρηδες” ή και “λαζαράκια”. Στα “λαζαράκια” έδιναν το σχήμα ανθρώπου σπαργανωμένου, όπως ακριβώς παριστάνεται ο Λάζαρος στις εικόνες. Όσα παιδιά είχε η οικογένεια τόσα “λαζαράκια” έπλαθαν και στη θέση των ματιών έβαζαν δυο γαρίφαλα.
Στην ουσία, τα λαζαράκια είναι σταφιδοφωμάκια.
Ας τα φτιάξουμε φέτος μαζί με τα παιδιά μας, για να μην ξεχνιούνται τα έθιμα της πατρίδας μας.
Τις πρωϊνές ώρες της Μ. Παρασκευής, τελείται η ακολουθία των Μεγάλων Ωρών.
Παλιότερα οι γυναίκες μοιρολογούσαν και κλαίγανε για τον Χριστό, ενώ άλλοι προσκυνούν και αποτίουν φόρο τιμής στον Σταυρωθέντα Χριστό. Απ' τα ξημερώματα τις ίδιας μέρας ετοιμάζεται και ο επιτάφιος. Περί το μεσημέρι της ημέρας, ο Χριστός αποκαθηλώνεται απ΄ το Σταυρό και τοποθετείται στον Επιτάφιο όπου θα γίνει περιφορά του το βράδυ. Όλη την ημέρα οι καμπάνες χτυπούν πένθιμα σε όλη την Ελλάδα και παραδοσιακά απαγορεύεται κάθε εργασία ενώ γίνεται αυστηρότατη νηστεία και απαγορεύεται και η κατάποση του λαδιού.
Το πρωί της Μ. Παρασκευής πίνουν ξύδι και καπνιά.
Το μεσημέρι γυναίκες διαφόρων ηλικιών μαζεύονται στους Ιερούς Ναούς και ψάλλουν το μοιρολόι της Παναγίας:
Σήμερο μαῦρος Οὐρανός, σήμερο μαύρη μέρα,
σήμερο ὅλοι θλίβονται καὶ τὰ βουνὰ λυποῦνται.
Σήμερο ἔβαλαν βουλὴ οἱ ἄνομοι Ὁβραῖοι,
οἱ ἄνομοι καὶ τὰ σκυλιὰ κι οἱ τρισκαταραμένοι
γιὰ νὰ σταυρώσουν τὸ Χριστό, τὸν πρῶτον Βασιλέα.
Ὁ Κύριος ἠθέλησε νὰ μπεῖ σὲ περιβόλι
νὰ λάβῃ δεῖπνον μυστικόν, νὰ μεταλάβουν ὅλοι.
Κι᾿ ἡ Παναγιὰ ἡ Δέσποινα καθόταν μοναχή της,
τὰς προσευχάς της ἔκανε γιὰ τὸ μονογενῆ της.
Φωνὴ τῆς ἦρθ᾿ ἐξ Οὐρανοῦ ἀπ᾿ Ἀρχαγγέλου στόμα:
-Φτάνουν κυρά μου οἱ προσευχές, φτάνουν κι᾿ οἱ μετάνοιες,
τὸ γυιό σου τὸν ἐπιάσανε καὶ στὸ φονιὰ τὸν πᾶνε
καὶ στοῦ Πιλάτου τὴν αὐλή, ἐκεῖ τὸν τὸν τυραννᾶνε.
-Χαλκιᾶ-χαλκιᾶ, φτιάσε καρφιά, φτιάσε τρία περόνια.
Καὶ κεῖνος ὁ παράνομος βαρεῖ καὶ φτάχνει πέντε.
-Σὺ Φαραέ, ποὺ τὰ ᾿φτιασες πρέπει νὰ μᾶς διδάξεις.
-Βάλε τὰ δύο στὰ χέρια του καὶ τ᾿ ἄλλα δύο στὰ πόδια,
τὸ πέμπτο τὸ φαρμακερὸ βάλε το στὴν καρδιά του,
νὰ στάξει αἷμα καὶ νερὸ νὰ λιγωθεῖ ἡ καρδιά του.
-Ἄντε μωρὲ ἀτσίγγανε, στάχτη νὰ μὴ ποτάξῃς,
μηδὲ διπλὸ πουκάμισο στὴ ράχη σου μὴ βάλῃς.
Κι᾿ ἡ Παναγιὰ σὰν τἄκουσε ἔπεσε καὶ λιγώθη,
σταμνὶ νερὸ τῆς ρίξανε, τρία κανάτια μόσχο
γιὰ νὰ τῆς ἔρθ᾿ ὁ λογισμός, γιὰ νὰ τῆς ἔρθ᾿ ὁ νοῦς της.
Κι᾿ ὅταν τῆς ἠρθ᾿ ὁ λογισμός, κι᾿ ὅταν τῆς ἠρθ᾿ ὁ νοῦς της,
ζητᾶ μαχαίρι νὰ σφαγῇ, ζητᾶ φωτιὰ νὰ πέσῃ,
ζητᾶ γκρεμὸ νὰ γκρεμιστεῖ γιὰ τὸ μονογενῆ της.
-Μὴν σφάζεσαι, Μανούλα μου, δὲν σφάζονται οἱ μανάδες
Μὴν καίγεσαι, Μανούλα μου, δὲν καίγονται οἱ μανάδες.
Λάβε, κυρά μ᾿ ὑπομονή, λάβε, κυρά μ᾿ ἀνέση.
-Καὶ πῶς νὰ λάβω ὑπομονὴ καὶ πῶς νὰ λάβω ἀνέση,
ποῦ ἔχω γυιὸ μονογενῆ καὶ κεῖνον Σταυρωμένον.
Κι᾿ ἡ Μάρθα κι᾿ ἡ Μαγδαληνὴ καὶ τοῦ Λαζάρου ἡ μάνα
καὶ τοῦ Ἰακώβου ἡ ἀδερφή, κι᾿ οἱ τέσσερες ἀντάμα,
ἐπῆραν τὸ στρατὶ-στρατί, στρατὶ τὸ μονοπάτι
καὶ τὸ στρατὶ τοὺς ἔβγαλε μές του ληστῆ τὴν πόρτα.
-Ἄνοιξε πόρτα τοῦ ληστῆ καὶ πόρτα τοῦ Πιλάτου.
Κι᾿ ἡ πόρτα ἀπὸ τὸ φόβο της ἀνοίγει μοναχή της.
Τηράει δεξιά, τηράει ζερβά, κανέναν δὲν γνωρίζει,
τηράει δεξιώτερα βλέπει τὸν Ἅη-Γιάννη,
Ἅγιε μου Γιάννη νεαρὲ καὶ μαθητὰ τοῦ γυιοῦ μου,
μὴν εἶδες τὸν ὑγιόκα μου καὶ τὸν διδάσκαλόν σου;
-Δὲν ἔχω στόμα νὰ σοῦ πῶ, γλώσσα νὰ σοῦ μιλήσω,
δὲν ἔχω χεροπάλαμα γιὰ νὰ σοῦ τόνε δείξω.
Βλέπεις Ἐκεῖνον τὸ γυμνό, τὸν παραπονεμένο,
ὁποὺ φορεῖ πουκάμισο στὸ αἷμα βουτηγμένο,
ὁποὺ φορεῖ στὴν κεφαλὴ ἀγκάθινο στεφάνι;
Αὐτὸς εἶναι ὁ γυιόκας σου καὶ μὲ διδάσκαλός μου!
Κι᾿ ἡ Παναγιὰ πλησίασε γλυκὰ τὸν ἀγκαλιάζει.
-Δὲ μοῦ μιλᾶς παιδάκι μου, δὲ μοῦ μιλᾶς παιδί μου;
-Τί νὰ σοῦ πῶ, Μανούλα μου, ποὺ διάφορο δὲν ἔχεις·
μόνο τὸ μέγα-Σάββατο κατὰ τὸ μεσονύχτι,
ποὺ θὰ λαλήσει ὁ πετεινὸς καὶ σημάνουν οἱ καμπάνες,
τότε καὶ σύ, Μανούλα μου, θἄχης χαρὰ μεγάλη!
Σημαίνει ὁ Θεός, σημαίνει ἡ γῆ, σημαίνουν τὰ Οὐράνια,
σημαίνει κι᾿ ἡ Ἁγιὰ-Σοφιὰ μὲ τὶς πολλὲς καμπάνες.
Ὅποιος τ᾿ ἀκούει σώζεται κι᾿ ὅποιος τὸ λέει ἁγιάζει,
κι᾿ ὅποιος τὸ καλοφουγκραστῇ, Παράδεισο θὰ λάβει,
Παράδεισο καὶ λίβανο ἀπ᾿ τὸν Ἅγιο Τάφο.

Σχόλια