Ιωάννα Μαντζώρου: Αρχαία ελληνικά-Περί μεταφράσεως
Η ανακοίνωση του νέου εξεταστικού συστήματος που θα οδηγεί στην εισαγωγή στην τριτοβάθμιά εκπαίδευση επαναφέρει για άλλη μια φορά στο προσκήνιο την διαχρονική αντιπαράθεση κάθε είδους «ειδημόνων» σχετικά με την προτίμηση της διδασκαλίας της αρχαίας ελληνικής γλώσσας από το πρωτότυπο ή από μετάφραση. Αναρωτιέται κανείς εύλογα, ποιος ο λόγος αυτής της
επανεμφανιζόμενης έριδας, ανάμεσα σε υποστηρικτές της μίας ή της άλλης πλευράς. Πρόκειται για ένα ψευτοδίλημμα, μια συζήτηση για τη συζήτηση, μια θεωρητικολογία, πέρα από κάθε διάθεση για επιλογές εφικτές και παιδαγωγικά ωφέλιμες; Ποιος χάνει και ποιος κερδίζει άραγε, από την υιοθέτηση κάθε πλευράς; Και τελικά, τι θα ήταν πιο προσοδοφόρο και ωφέλιμο για τους μαθητές μας;
Η ίδια η ιστορία της διδασκαλίας της αρχαίας ελληνικής γλώσσας έχει να επιδείξει μια διαχρονική αντιπαράθεση, που λαμβάνει σχεδόν πάντα- πέρα από τις εκπαιδευτικές- πολιτικές προεκτάσεις. Από την εκπαιδευτική μεταρρύθμιση του 1929, όταν η κυβέρνηση του Ελευθερίου Βενιζέλου εισάγει τη διδασκαλία της αρχαίας ελληνικής γλώσσας από μετάφραση στο Γυμνάσιο και την κατάργησή της, μετά τις αντιδράσεις της Φιλοσοφικής Αθηνών, έως σήμερα, η αντιπαράθεση είναι συνεχής και δείχνει να επαναλαμβάνεται ανά χρονικά διαστήματα «πολιτικού εκσυγχρονισμού» ή «επιστροφής στην παράδοση». Η εκπαιδευτική μεταρρύθμιση του 1976, έρχεται να καταργήσει τη διδασκαλία της αρχαίας ελληνικής από πρωτότυπο και να υιοθετήσει τη διδασκαλία της αρχαίας ελληνικής λογοτεχνίας από μετάφραση. Από τότε και μέχρι σήμερα, συχνά η υιοθέτηση της αποκλειστικής μελέτης των αρχαίων ελληνικών κειμένων μόνο από μετάφραση ορίζεται ως απόδειξη της προόδου και της αλλαγής της επικρατούσας αντίληψης. Άλλοτε, η επάνοδος της διδασκαλίας από το πρωτότυπο, θεωρείται απόδειξη της ενίσχυσης των δεσμών με την παράδοση και ενίσχυση της ελληνικότητάς μας.
Τι είναι αυτό που ουσιαστικά λείπει σε όλες αυτές τις προσπάθειες και τις οδηγεί κάθε φορά αμφισβήτηση και αντικατάσταση; Πέρα από πολιτικές σκοπιμότητες αυτό που όντως παρατηρείται είναι ελλιπής επικέντρωση στη δημιουργία κινήτρων στα παιδιά, ώστε να αγαπήσουν την αρχαία ελληνική γλώσσα. Να την δουν όχι ως μια «ξένη γλώσσα» όπως συχνά μας λένε, όχι ως «νεκρή γλώσσα», αλλά να καταλάβουν ότι αυτή η γλώσσα είναι η δική μας γλώσσα, που πλάθεται, αλλάζει, μετασχηματίζεται με τα χρόνια, αλλά είναι ζωντανή και ακμαία όπως ποτέ άλλοτε. Ίσως έχει έρθει η ώρα να μάθουμε… Να μάθουμε και εμείς οι δάσκαλοι, από το «μέτρον» των αρχαίων, εκείνο, που ως άριστο, τους οδήγησε σε μια άνευ επανεμφανίσεως ακμή πνευματική, κοινωνική και πολιτισμική. Ταυτόχρονα, να αφουγκραστούμε περισσότερο τις προτιμήσεις των ίδιων των μαθητών. Εάν ρωτήσουμε γιατί δεν τους αρέσουν τα αρχαία, θα μας απαντήσουν ότι βαριούνται να αποστηθίσουν εκατοντάδες γραμματικούς τύπους και θεωρίες του συντακτικού. Εάν τα ρωτήσουμε για το περιεχόμενο του των κειμένων που διδάσκονται, θα μας απαντήσουν ότι δεν έχουν καταλάβει και πολλά, φτάνει να πάρουν τη βαθμολογία από τη μετάφραση για να περάσουν το μάθημα.
Έχει έρθει η ώρα να επικεντρωθούμε πιο πολύ στους τρόπους διδασκαλίας και να σταματήσουμε να ερίζουμε για το αν είναι καλύτερη η προσήλωση στο πρωτότυπο ή στο μεταφρασμένο κείμενο, αν είναι πιο ορθή η φιλολογική ή η λογοτεχνική μετάφραση ή η εξέταση στη μετάφραση. Προσήλωση σε έναν πιο ελκυστικό τρόπο διδασκαλίας, που θα ήταν σαφώς πιο επικοινωνιακός, μακριά από τη στείρα απομνημόνευση γραμματικοσυντακτικών φαινομένων, θα κέντριζε το ενδιαφέρον των μαθητών και θα οδηγούσε στην μετουσίωση αυτού του ενδιαφέροντος σε αγάπη για τις αξίες τα ιδανικά της αρχαίας ελληνικής σκέψης.
Ναι στα κείμενα από το πρωτότυπο, αλλά ναι και στα κείμενα από μετάφραση! Γιατί τότε πραγματικά δεν θα είχε μεγάλη σημασία η τοποθέτησή στη μια ή στην άλλη πλευρά του «στρατοπέδου», δεν θα είχε μεγάλη σημασία πόσα κείμενα θα διδάσκονταν μόνο από μετάφραση, ή μόνο από το πρωτότυπο. Όταν θα υπάρχει εστίαση τόσο στο περιεχόμενο που εξάπτει τη δημιουργική φαντασία των μαθητών, όσο και σε βασικούς κανόνες γραμματικής και συντακτικού, όμως με μέτρο και τα δυο, η διδασκαλία θα είναι πιο ελκυστική για τα παιδιά.
Άλλωστε, τα άκρα δεν βοηθούν ποτέ. Η υιοθέτηση μόνο του πρωτοτύπου ή μόνο της μετάφρασης δεν πρόκειται να δημιουργήσει περισσότερο ενδιαφέρον στα παιδιά. Η ουσία βρίσκεται στη διδασκαλία χωρίς «παπαγαλία». Η ίδια η αρχαία ελληνική σκέψη μπορεί να μας βοηθήσει. Μεσότητα! Ούτε υπερβολή, ούτε έλλειψη. Στη μεσότητα κρύβεται η λύση.
Ι. Μαντζώρου
(Η Ιωάννα Μαντζώρου είναι φιλόλογος, υπεύθυνη φιλολογικού τμήματος στις μονάδες των Φροντιστηρίων Πουκαμισά της Χαλκίδας και των Ψαχνών Ευβοίας ).
επανεμφανιζόμενης έριδας, ανάμεσα σε υποστηρικτές της μίας ή της άλλης πλευράς. Πρόκειται για ένα ψευτοδίλημμα, μια συζήτηση για τη συζήτηση, μια θεωρητικολογία, πέρα από κάθε διάθεση για επιλογές εφικτές και παιδαγωγικά ωφέλιμες; Ποιος χάνει και ποιος κερδίζει άραγε, από την υιοθέτηση κάθε πλευράς; Και τελικά, τι θα ήταν πιο προσοδοφόρο και ωφέλιμο για τους μαθητές μας;
Η ίδια η ιστορία της διδασκαλίας της αρχαίας ελληνικής γλώσσας έχει να επιδείξει μια διαχρονική αντιπαράθεση, που λαμβάνει σχεδόν πάντα- πέρα από τις εκπαιδευτικές- πολιτικές προεκτάσεις. Από την εκπαιδευτική μεταρρύθμιση του 1929, όταν η κυβέρνηση του Ελευθερίου Βενιζέλου εισάγει τη διδασκαλία της αρχαίας ελληνικής γλώσσας από μετάφραση στο Γυμνάσιο και την κατάργησή της, μετά τις αντιδράσεις της Φιλοσοφικής Αθηνών, έως σήμερα, η αντιπαράθεση είναι συνεχής και δείχνει να επαναλαμβάνεται ανά χρονικά διαστήματα «πολιτικού εκσυγχρονισμού» ή «επιστροφής στην παράδοση». Η εκπαιδευτική μεταρρύθμιση του 1976, έρχεται να καταργήσει τη διδασκαλία της αρχαίας ελληνικής από πρωτότυπο και να υιοθετήσει τη διδασκαλία της αρχαίας ελληνικής λογοτεχνίας από μετάφραση. Από τότε και μέχρι σήμερα, συχνά η υιοθέτηση της αποκλειστικής μελέτης των αρχαίων ελληνικών κειμένων μόνο από μετάφραση ορίζεται ως απόδειξη της προόδου και της αλλαγής της επικρατούσας αντίληψης. Άλλοτε, η επάνοδος της διδασκαλίας από το πρωτότυπο, θεωρείται απόδειξη της ενίσχυσης των δεσμών με την παράδοση και ενίσχυση της ελληνικότητάς μας.
Τι είναι αυτό που ουσιαστικά λείπει σε όλες αυτές τις προσπάθειες και τις οδηγεί κάθε φορά αμφισβήτηση και αντικατάσταση; Πέρα από πολιτικές σκοπιμότητες αυτό που όντως παρατηρείται είναι ελλιπής επικέντρωση στη δημιουργία κινήτρων στα παιδιά, ώστε να αγαπήσουν την αρχαία ελληνική γλώσσα. Να την δουν όχι ως μια «ξένη γλώσσα» όπως συχνά μας λένε, όχι ως «νεκρή γλώσσα», αλλά να καταλάβουν ότι αυτή η γλώσσα είναι η δική μας γλώσσα, που πλάθεται, αλλάζει, μετασχηματίζεται με τα χρόνια, αλλά είναι ζωντανή και ακμαία όπως ποτέ άλλοτε. Ίσως έχει έρθει η ώρα να μάθουμε… Να μάθουμε και εμείς οι δάσκαλοι, από το «μέτρον» των αρχαίων, εκείνο, που ως άριστο, τους οδήγησε σε μια άνευ επανεμφανίσεως ακμή πνευματική, κοινωνική και πολιτισμική. Ταυτόχρονα, να αφουγκραστούμε περισσότερο τις προτιμήσεις των ίδιων των μαθητών. Εάν ρωτήσουμε γιατί δεν τους αρέσουν τα αρχαία, θα μας απαντήσουν ότι βαριούνται να αποστηθίσουν εκατοντάδες γραμματικούς τύπους και θεωρίες του συντακτικού. Εάν τα ρωτήσουμε για το περιεχόμενο του των κειμένων που διδάσκονται, θα μας απαντήσουν ότι δεν έχουν καταλάβει και πολλά, φτάνει να πάρουν τη βαθμολογία από τη μετάφραση για να περάσουν το μάθημα.
Έχει έρθει η ώρα να επικεντρωθούμε πιο πολύ στους τρόπους διδασκαλίας και να σταματήσουμε να ερίζουμε για το αν είναι καλύτερη η προσήλωση στο πρωτότυπο ή στο μεταφρασμένο κείμενο, αν είναι πιο ορθή η φιλολογική ή η λογοτεχνική μετάφραση ή η εξέταση στη μετάφραση. Προσήλωση σε έναν πιο ελκυστικό τρόπο διδασκαλίας, που θα ήταν σαφώς πιο επικοινωνιακός, μακριά από τη στείρα απομνημόνευση γραμματικοσυντακτικών φαινομένων, θα κέντριζε το ενδιαφέρον των μαθητών και θα οδηγούσε στην μετουσίωση αυτού του ενδιαφέροντος σε αγάπη για τις αξίες τα ιδανικά της αρχαίας ελληνικής σκέψης.
Ναι στα κείμενα από το πρωτότυπο, αλλά ναι και στα κείμενα από μετάφραση! Γιατί τότε πραγματικά δεν θα είχε μεγάλη σημασία η τοποθέτησή στη μια ή στην άλλη πλευρά του «στρατοπέδου», δεν θα είχε μεγάλη σημασία πόσα κείμενα θα διδάσκονταν μόνο από μετάφραση, ή μόνο από το πρωτότυπο. Όταν θα υπάρχει εστίαση τόσο στο περιεχόμενο που εξάπτει τη δημιουργική φαντασία των μαθητών, όσο και σε βασικούς κανόνες γραμματικής και συντακτικού, όμως με μέτρο και τα δυο, η διδασκαλία θα είναι πιο ελκυστική για τα παιδιά.
Άλλωστε, τα άκρα δεν βοηθούν ποτέ. Η υιοθέτηση μόνο του πρωτοτύπου ή μόνο της μετάφρασης δεν πρόκειται να δημιουργήσει περισσότερο ενδιαφέρον στα παιδιά. Η ουσία βρίσκεται στη διδασκαλία χωρίς «παπαγαλία». Η ίδια η αρχαία ελληνική σκέψη μπορεί να μας βοηθήσει. Μεσότητα! Ούτε υπερβολή, ούτε έλλειψη. Στη μεσότητα κρύβεται η λύση.
Ι. Μαντζώρου
(Η Ιωάννα Μαντζώρου είναι φιλόλογος, υπεύθυνη φιλολογικού τμήματος στις μονάδες των Φροντιστηρίων Πουκαμισά της Χαλκίδας και των Ψαχνών Ευβοίας ).
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου